Krzyżowanie στα ελληνικά
Μετάφραση: krzyżowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάβαση, σταύρωση, σταύρωσης, σταύρωσή, τη σταύρωση, σταύρωση του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- atrybut στα ελληνικά - ιδιότητα, αποδίδω, Χαρακτηριστικό, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα
- dietetyk στα ελληνικά - θρέψη, διαιτολόγος, διαιτολόγο, διαιτολόγου, διατροφολόγος
- dysproporcja στα ελληνικά - δυσαναλογία, δυσαναλογίας, δυσαναλογία αυτή, δυσανάλογων, η δυσαναλογία
- egoista στα ελληνικά - εγωιστής, εγωιστή, εγωιστικά, οι εγωιστές, εγωιστές
Τυχαίες λέξεις
Krzyżowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάβαση, σταύρωση, σταύρωσης, σταύρωσή, τη σταύρωση, σταύρωση του
Μεταφράσεις: διάβαση, σταύρωση, σταύρωσης, σταύρωσή, τη σταύρωση, σταύρωση του