Λέξη: κλουβί

Σχετικές λέξεις: κλουβί

κλουβί για κουνέλι, κλουβί για κουνέλια, κλουβί πετράλωνα, κλουβί στο κεφάλι, κλουβί ονειροκρίτης, κλουβί μεταφοράς για σκύλους, κλουβί για παπαγαλάκια, κλουβί παπαγάλου, κλουβί σκύλου, κλουβί για καναρίνι

Συνώνυμα: κλουβί

κλωβός

Μεταφράσεις: κλουβί

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cage, crate, the cage, a cage, caged
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
jaula, jaula de, caja, la jaula, jaulas
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schaltkäfig, käfig, kabine, Käfig, Käfigs, Korb
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cabine, cage, la cage, cage de, cages
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gabbia, gabbia di, della gabbia, a gabbia, cage
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
jaula, gaiola, gaiola de, caixa, cage
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kooi, de kooi, cage, kooi van, kooien
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
садок, клетка, кабина, клеть, изолятор, клетке, клетку, сепаратор, клеткой
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bur, buret, cage, merd, kassen
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bur, buren, korgen, hållaren
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
häkki, maaliverkko, häkin, häkissä, häkkiin, korin
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bur, buret, cage, bure
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vězení, klec, klece, kleci, koš, cage
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
klatka, klatki, cage, koszyk, klatce
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kalitka, ketrec, ketrecben, ketrecbe, ketreces
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kafes, kafesi, kafesli, cage
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
клітка, ізолятор, рибник, кабіна, клітина, клітинка, клетка, клітини
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kafaz, kafaz të, streha, kafaz i, kafazi
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
клетка, кафез, клетката, клетки, на клетката
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
клетка
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kong, puur, puuri, puuris, cage, puuri-
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
rešetka, kavez, kaveza, kavezni, kavezu, krletka
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
búr, búrið, búrs
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
narvas, narve, narvo, cage, narvelis
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sprosts, būris, krātiņš, būrī, cage, būra, būri
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
кафез, кафезот, кош, кафези
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
colivie, cușcă, cusca, cușca, cușcă de
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
cela, kletka, cage, kletke, kletko, kletki
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
cela, klietka, klietku, rám, klec, kabína

Στατιστικά δημοτικότητας: κλουβί

Τυχαίες λέξεις