Lśnić στα ελληνικά
Μετάφραση: lśnić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαρμαρυγή, αστέρι, αστράφτω, λαμπυρίζω, τρεμοφέγγω, λάμπω, λαμποκοπώ, γυαλίζω, πρωταγωνιστής, λάμψη, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anglikanizm στα ελληνικά - Αγγλικανισμό, Αγγλικανισμού, Anglicanism, Αγγλικανισμός, ο Αγγλικανισμός
- czule στα ελληνικά - στοργικά, fondly, τρυφερά, νοσταλγία, με νοσταλγία
- gadać στα ελληνικά - κουβεντιάζω, φλυαρώ, ομιλία, σαγόνι, κουραφέξαλα, κελαρύζω, ασυναρτησίες, ...
- izotop στα ελληνικά - ισότοπο, ισοτόπων, ισοτόπου, ισοτοπικές, ισοτόπων με
Τυχαίες λέξεις
Lśnić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαρμαρυγή, αστέρι, αστράφτω, λαμπυρίζω, τρεμοφέγγω, λάμπω, λαμποκοπώ, γυαλίζω, πρωταγωνιστής, λάμψη, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει
Μεταφράσεις: μαρμαρυγή, αστέρι, αστράφτω, λαμπυρίζω, τρεμοφέγγω, λάμπω, λαμποκοπώ, γυαλίζω, πρωταγωνιστής, λάμψη, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει