Lepiszcze στα ελληνικά
Μετάφραση: lepiszcze, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόλλα, συνδετικό, συνδετικό υλικό, συνδετικού υλικού, συνδετικό μέσο, δέσιμο φύλλων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- deklamować στα ελληνικά - δημηγορώ, ρητορεύω, ρητορική διακήρυξη, διαλαλεί, μια ρητορική διακήρυξη
- diabełek στα ελληνικά - διαβολάκι, δαιμόνιο, imp, ΟΘΠ, ΟΜΠ
- elektroenergetyka στα ελληνικά - κύρος, εξουσία, δύναμη, Ηλεκτρικές Συσκευές, ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΟ ΥΛΙΚΟ, ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ, ηλεκτρικών συσκευών, ...
- gąbczastość στα ελληνικά - σπογγώδες, σπογγώδη υφή, υποχωρεί ελαστικά, μια σπογγώδης, σχετική σπογγώδη
Τυχαίες λέξεις
Lepiszcze στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόλλα, συνδετικό, συνδετικό υλικό, συνδετικού υλικού, συνδετικό μέσο, δέσιμο φύλλων
Μεταφράσεις: κόλλα, συνδετικό, συνδετικό υλικό, συνδετικού υλικού, συνδετικό μέσο, δέσιμο φύλλων