Lineał στα ελληνικά
Μετάφραση: lineał, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρατάσσω, ρυτίδα, επενδύω, γραμμή, κατ 'ευθείαν γραμμήν, Lineal, Lineal του, γραμμικό, Η γραμμική
Μεταφράσεις
- bergamota στα ελληνικά - περγαμότο, περγαμόντο, περγαμόντου, το περγαμόντο
- beznadziejność στα ελληνικά - απελπισία, απελπισίας, απόγνωσης, απόγνωση, την απελπισία
- delicja στα ελληνικά - λεπτότητα, λιχουδιά, απολαμβάνω, έδεσμα, λιχουδιάς, ευαισθησία
- głęboko στα ελληνικά - κατάκαρδα, πικρά, βαθιά, τσουχτερός, βαθύτατα, βαθύς, βαθύ, ...
Τυχαίες λέξεις
Lineał στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρατάσσω, ρυτίδα, επενδύω, γραμμή, κατ 'ευθείαν γραμμήν, Lineal, Lineal του, γραμμικό, Η γραμμική
Μεταφράσεις: παρατάσσω, ρυτίδα, επενδύω, γραμμή, κατ 'ευθείαν γραμμήν, Lineal, Lineal του, γραμμικό, Η γραμμική