Marszczyć στα ελληνικά

Μετάφραση: marszczyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πτυχή, ζάρα, κελαρύζω, κυματισμός, ρυτιδώνω, συνοφρυώνομαι, αναμαλλιάζω, ρυτίδα, κυμάτισμα, ζαρώνω, ζάρωμα, διαστρεβλώνω, σκυθρωπιάζω, τσάκιση, πτυχώσεως, πτύχωσης, τσαλακώνεται
Marszczyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezpiecznie στα ελληνικά - ασφάλεια, με ασφάλεια, ασφαλή, ασφαλώς
  • bywać στα ελληνικά - συχνάζω, συχνός, επίσκεψη, επίσκεψης, επίσκεψή, την επίσκεψή, την επίσκεψη
  • gadzi στα ελληνικά - ερπετό, ερπετοειδή, reptilian, ερπετοειδές, ερπετοειδείς
  • identyczność στα ελληνικά - ταυτότητα, ίδιος, ταυτότητας, ταυτότητά, την ταυτότητα, την ταυτότητά
Τυχαίες λέξεις
Marszczyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πτυχή, ζάρα, κελαρύζω, κυματισμός, ρυτιδώνω, συνοφρυώνομαι, αναμαλλιάζω, ρυτίδα, κυμάτισμα, ζαρώνω, ζάρωμα, διαστρεβλώνω, σκυθρωπιάζω, τσάκιση, πτυχώσεως, πτύχωσης, τσαλακώνεται