Σκυθρωπιάζω στα πολωνικά

Μετάφραση: σκυθρωπιάζω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
chmurzyć, dusić, boczyć, dąsać, marszczyć, zmarszczenie, skythropiazo
Σκυθρωπιάζω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκυθρωπιάζω

σκυθρωπιάζω λεξικό γλώσσας πολωνικά, σκυθρωπιάζω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • σκούρος στα πολωνικά - ponury, ciemno, zmrok, ciemność, mroczny, ciemny, ciemnowłosy, ...
  • σκούφος στα πολωνικά - pokrywa, kołpak, czepek, nasadka, kapsel, zakrętka, czapka, ...
  • σκυθρωπός στα πολωνικά - chmurny, ponury, gburowaty, nieprzyjazny, burkliwy, opryskliwy, markotny, ...
  • σκυλίσιος στα πολωνικά - psi, kieł, psów, canine
Τυχαίες λέξεις
Σκυθρωπιάζω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: chmurzyć, dusić, boczyć, dąsać, marszczyć, zmarszczenie, skythropiazo