Mięsisty στα ελληνικά
Μετάφραση: mięsisty, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαρκώδης, σαρκώδη, σαρκώδες, σαρκώδεις, σαρκωδών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bambetle στα ελληνικά - σκουπίδια, χαμένη ευκαιρία, Άθλια, χαμένη ευκαιρία από, απορριμμάτων
- bezbożnik στα ελληνικά - άθεος, αθεϊστής, άθεο, αθεϊστική, αθεϊστή
- dealer στα ελληνικά - έμπορος, Dealer, εμπόρου, Ντήλερ, Έμποροι
- folusznik στα ελληνικά - πληρέστερη, αναπτύσσονται διεξοδικώς, συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς, πληρέστερης, πληρέστερο
Τυχαίες λέξεις
Mięsisty στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαρκώδης, σαρκώδη, σαρκώδες, σαρκώδεις, σαρκωδών
Μεταφράσεις: σαρκώδης, σαρκώδη, σαρκώδες, σαρκώδεις, σαρκωδών