Nadużycie στα ελληνικά

Μετάφραση: nadużycie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λοιδορία, καταχρώμαι, πλεόνασμα, βρίζω, περίσσευμα, κατάχρηση, αξιοποιώ, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Nadużycie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aukcja στα ελληνικά - πώληση, πράγμα, πλειστηριασμός, κομμάτι, δημοπρασία, δημοπρασίας, πλειστηριασμού, ...
  • bakteria στα ελληνικά - βακτηρίδια, βακτήρια, βακτηρίων, βακτηριδίων, τα βακτήρια
  • elektrofizjologia στα ελληνικά - ηλεκτροφυσιολογίας, ηλεκτροφυσιολογικές, ηλεκτροφυσιολογία, την ηλεκτροφυσιολογία, ηλεκτροφυσιολογία της
  • gal στα ελληνικά - γαλόνια, γαλ, § &, αβΙ
Τυχαίες λέξεις
Nadużycie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λοιδορία, καταχρώμαι, πλεόνασμα, βρίζω, περίσσευμα, κατάχρηση, αξιοποιώ, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων