Nakrapiać στα ελληνικά
Μετάφραση: nakrapiać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπυρί, μέρος, εντοπίζω, βούλα, στίγμα, Fleck, κηλίδα, πιθανό να υπάρχουν κηλίδες, ο Fleck
Μεταφράσεις
- dopuszczać στα ελληνικά - εισάγω, κάνω, διαπράττω, αφήνω, επιτρέπω, παραδέχομαι, ενοικιάζομαι, ...
- dudki στα ελληνικά - ανόητοι, ανόητους, ηλίθιοι, ανόητων, οι ανόητοι
- dźwig στα ελληνικά - εμβολίζω, υψώνω, σηκώνω, γερανός, καβουράκι, ασανσέρ, κριάρι, ...
- grab στα ελληνικά - γαύρος, γαύρο, καρπίνου, γαύρου, ο γαύρος
Τυχαίες λέξεις
Nakrapiać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπυρί, μέρος, εντοπίζω, βούλα, στίγμα, Fleck, κηλίδα, πιθανό να υπάρχουν κηλίδες, ο Fleck
Μεταφράσεις: σπυρί, μέρος, εντοπίζω, βούλα, στίγμα, Fleck, κηλίδα, πιθανό να υπάρχουν κηλίδες, ο Fleck