Napór στα ελληνικά
Μετάφραση: napór, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ώθηση, πιέζω, χωμένος, πρεσάρω, πίεση, μπήγω, ώσης, ώση, ώθησης, ωθήσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- betonowy στα ελληνικά - συγκεκριμένος, μπετόν, μπετό, σκυρόδεμα, σκυροδέματος, συγκεκριμένα, συγκεκριμένες, ...
- dekarz στα ελληνικά - στεγαστής, roofer, κεραμιδάδες, τεχνίτης στέγης, roofer που
- dopasowywanie στα ελληνικά - πρόσφορος, ταίριασμα, αντιστοίχιση, ταιριάζουν, να ταιριάζουν, που να ταιριάζουν
- furażować στα ελληνικά - κτηνοτροφικά, χορτονομής, κτηνοτροφικών, χορτονομή, παραγωγή ζωοτροφών
Τυχαίες λέξεις
Napór στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ώθηση, πιέζω, χωμένος, πρεσάρω, πίεση, μπήγω, ώσης, ώση, ώθησης, ωθήσεως
Μεταφράσεις: ώθηση, πιέζω, χωμένος, πρεσάρω, πίεση, μπήγω, ώσης, ώση, ώθησης, ωθήσεως