Nasycać στα ελληνικά
Μετάφραση: nasycać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μουσκεύω, ικανοποιώ, χορταίνω, διαβρέχω, κορεσμό, κορεστεί, τον κορεσμό, κορεσθούν
Μεταφράσεις
- cera στα ελληνικά - δέρμα, γδέρνω, χροιά, προβιά, επιδερμίδα, την επιδερμίδα, επιδερμίδας, ...
- deportowanie στα ελληνικά - απέλαση, απέλασης, απέλασή, την απέλαση, η απέλαση
- ewidentny στα ελληνικά - διαυγής, έκδηλος, ελευθερώνω, προφανής, εναργής, εμφανής, προφανές, ...
- galasówka στα ελληνικά - χολή
Τυχαίες λέξεις
Nasycać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μουσκεύω, ικανοποιώ, χορταίνω, διαβρέχω, κορεσμό, κορεστεί, τον κορεσμό, κορεσθούν
Μεταφράσεις: μουσκεύω, ικανοποιώ, χορταίνω, διαβρέχω, κορεσμό, κορεστεί, τον κορεσμό, κορεσθούν