Nawała στα ελληνικά

Μετάφραση: nawała, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρχή, πλήθος, επίθεση, επίθεσης, την επίθεση, σφοδρή επίθεση, επέλαση
Nawała στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • babula στα ελληνικά - γιαγιά, Granny, γιαγιάς, της γιαγιάς, η γιαγιά
  • dobrodziej στα ελληνικά - ευεργέτης, ευεργέτη, τον ευεργέτη, ευεργέτης της, δωρητής
  • egzaminować στα ελληνικά - εξετάζω, να εξετάσει, εξετάσει, εξετάζει, εξετάσουν, εξετάζουν
Τυχαίες λέξεις
Nawała στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρχή, πλήθος, επίθεση, επίθεσης, την επίθεση, σφοδρή επίθεση, επέλαση