Nawrót στα ελληνικά
Μετάφραση: nawrót, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιστροφή, επιστρέφω, υποτροπιάζω, αναποδιά, ανάρρωση, γυρίζω, επανεμφάνιση, απόδοση, επιστροφής, την επιστροφή, απόδοσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adiunkt στα ελληνικά - συμπλήρωμα, αναπληρωτής, δάσκαλος, υφηγητής, λέκτορας, καθηγητής, διδάσκοντος, ...
- bawoli στα ελληνικά - βουβαλιών, του Μπάφαλο, από Μπάφαλο, των βούβαλων, βουβάλας
- centralizator στα ελληνικά - centralizer, κεντραρίσματος, επικέντρωσης
- chorobowy στα ελληνικά - νοσηρός, νοσηρή, νοσηρές, morbid, νοσογόνο
Τυχαίες λέξεις
Nawrót στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιστροφή, επιστρέφω, υποτροπιάζω, αναποδιά, ανάρρωση, γυρίζω, επανεμφάνιση, απόδοση, επιστροφής, την επιστροφή, απόδοσης
Μεταφράσεις: επιστροφή, επιστρέφω, υποτροπιάζω, αναποδιά, ανάρρωση, γυρίζω, επανεμφάνιση, απόδοση, επιστροφής, την επιστροφή, απόδοσης