Niedługo στα ελληνικά
Μετάφραση: niedługo, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομα, σύντομος, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- barwoczuły στα ελληνικά - παγχρωματικός, πανχρωματική, παγχρωματική, παγχρωματικές, παγχρωματικό
- cymen στα ελληνικά - κυμολίου, κυμόλιο, κυμενο, κυμενίου, κουμόλιο
- energetyka στα ελληνικά - Energetics, ενεργήματα, Ενέργεια, ενεργητική, ενεργητική που
- heroiczność στα ελληνικά - ηρωϊσμός, ηρωισμό, ηρωισμού, τον ηρωισμό, ηρωισμός
Τυχαίες λέξεις
Niedługo στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομα, σύντομος, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα
Μεταφράσεις: σύντομα, σύντομος, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα