Nowszy στα ελληνικά

Μετάφραση: nowszy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τελευταίος, αργότερα, αργότερο, μεταγενέστερη, μετά, μεταγενέστερο
Nowszy στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antybioza στα ελληνικά - αντιβίωση, αντιβιώσεως, την αντιβίωση, αντιβίωση και
  • brodaty στα ελληνικά - μουσάτος, γενειοφόρος, γενειοφόρου, γενειοφόρο, γενειοφόρους, γενειάδα
  • elektrolitowy στα ελληνικά - ηλεκτρολυτική, ηλεκτρολυτικό, ηλεκτρολυτικές, ηλεκτρολυτικών, ηλεκτρολυτικού
  • informatyk στα ελληνικά - IT, πληροφορικής, ΤΠ, ΙΤ, ΑΜ
Τυχαίες λέξεις
Nowszy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τελευταίος, αργότερα, αργότερο, μεταγενέστερη, μετά, μεταγενέστερο