Obezwładniać στα ελληνικά
Μετάφραση: obezwładniać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απενεργοποιώ, καταστέλλω, συντρίβω, αχρηστεύω, καταπνίγω, πνίγω, αποκρύπτω, καταβάλλω, εξουδετερώσει, να εξουδετερώσει, υπερισχύσουν, καταπονήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bohaterski στα ελληνικά - επικός, ηρωϊκός, ηρωική, ηρωικό, ηρωικές, ηρωικής
- celebrowanie στα ελληνικά - εορτή, εορτασμός, γιορτή, εορτασμό, εορτασμού, γιορτής
- deltowy στα ελληνικά - δ-, δέλτα, delta-, δέλτα-
- heparyna στα ελληνικά - ηπαρίνη, ηπαρίνης, της ηπαρίνης, η ηπαρίνη, την ηπαρίνη
Τυχαίες λέξεις
Obezwładniać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απενεργοποιώ, καταστέλλω, συντρίβω, αχρηστεύω, καταπνίγω, πνίγω, αποκρύπτω, καταβάλλω, εξουδετερώσει, να εξουδετερώσει, υπερισχύσουν, καταπονήσει
Μεταφράσεις: απενεργοποιώ, καταστέλλω, συντρίβω, αχρηστεύω, καταπνίγω, πνίγω, αποκρύπτω, καταβάλλω, εξουδετερώσει, να εξουδετερώσει, υπερισχύσουν, καταπονήσει