Oblewać στα ελληνικά
Μετάφραση: oblewać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλένω, πασπαλίζω, πλαισιώνω, πασπάλισμα, ραντίζω, πλαισίωση, πλύνω, περικυκλώνω, τυλίξτε, τυλίξετε, τυλίγετε, τυλίξει, τυλίγουμε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezusterkowy στα ελληνικά - άψογος, άψογη, άψογο, την άψογη, άψογα
- blok στα ελληνικά - στοιβάδα, τροχαλία, στοίβα, στοιβάζω, συνασπισμός, σωρός, φραγμός, ...
- bóść στα ελληνικά - πηχτό αίμα, ξεκοιλιάζω, Gore, αδράχτι, τριγωνικό τεμάχιο
- cyklopowy στα ελληνικά - κυκλώπειος, Κυκλώπειων, κυκλώπειο, Κυκλώπεια, κυκλώπειου
Τυχαίες λέξεις
Oblewać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλένω, πασπαλίζω, πλαισιώνω, πασπάλισμα, ραντίζω, πλαισίωση, πλύνω, περικυκλώνω, τυλίξτε, τυλίξετε, τυλίγετε, τυλίξει, τυλίγουμε
Μεταφράσεις: πλένω, πασπαλίζω, πλαισιώνω, πασπάλισμα, ραντίζω, πλαισίωση, πλύνω, περικυκλώνω, τυλίξτε, τυλίξετε, τυλίγετε, τυλίξει, τυλίγουμε