Odłączenie στα ελληνικά
Μετάφραση: odłączenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποκόλληση, αποσκίρτηση, αποστασία, διακοπή, αποσύνδεση, αποσύνδεσης, την αποσύνδεση, απενεργοποίηση, διακοπής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bibliotekoznawstwo στα ελληνικά - βιβλιοθηκονομία, βιβλιοθηκονομίας, βιβλιοθηκαρίου, τη βιβλιοθηκονομία, βιβλιοθηκονομικό
- biurokratyczny στα ελληνικά - γραφειοκρατικός, γραφειοκρατική, γραφειοκρατικές, γραφειοκρατικό, γραφειοκρατικών
- bydle στα ελληνικά - βοοειδή, βοοειδών, τα βοοειδή, ζώων, των βοοειδών
- grzmocić στα ελληνικά - Bang, Έκρηξη, κτύπημα, Μπανγκ, της Bang
Τυχαίες λέξεις
Odłączenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποκόλληση, αποσκίρτηση, αποστασία, διακοπή, αποσύνδεση, αποσύνδεσης, την αποσύνδεση, απενεργοποίηση, διακοπής
Μεταφράσεις: αποκόλληση, αποσκίρτηση, αποστασία, διακοπή, αποσύνδεση, αποσύνδεσης, την αποσύνδεση, απενεργοποίηση, διακοπής