Odżywianie στα ελληνικά

Μετάφραση: odżywianie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τροφή, θρέψη, διατροφή, διατροφής, διατροφή των
Odżywianie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • buńczuczność στα ελληνικά - εκθέτω, οθόνη, παρουσιάζω, παύλα, εξόρμηση, ταμπλό, dash
  • czytnik στα ελληνικά - αναγνώστης, αναγνώστη, ανάγνωσης, συσκευή ανάγνωσης, reader
  • dyskomfort στα ελληνικά - ταλαιπωρία, δυσφορία, ενόχληση, δυσφορίας, ενοχλήσεις
  • hołd στα ελληνικά - φόρος, φόρο τιμής, αφιέρωμα, φόρος τιμής, αφιερώματος
Τυχαίες λέξεις
Odżywianie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τροφή, θρέψη, διατροφή, διατροφής, διατροφή των