Odmłodnieć στα ελληνικά
Μετάφραση: odmłodnieć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υφή, αισθάνομαι, νιώθω, ανανεωθείτε, αναζωογονήσουν, αναζωογονήσετε, αναζωογονηθείτε, rejuvenate
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akceptowalność στα ελληνικά - αποδοχής, αποδοχή, αποδεκτό, δυνατότητα αποδοχής, την αποδοχή
- aplikantura στα ελληνικά - μαθητεία, μαθητείας, της μαθητείας, τη μαθητεία, αθητείας
- czołgać στα ελληνικά - γλείφω, σύρομαι, μπουσουλάω, σέρνομαι, υποτάσσομαι, έρπω, κόλακας, ...
- elokwentnie στα ελληνικά - εύγλωττα, ευγλωττία, ευφράδεια, εύγλωττο τρόπο, εύστοχα
Τυχαίες λέξεις
Odmłodnieć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υφή, αισθάνομαι, νιώθω, ανανεωθείτε, αναζωογονήσουν, αναζωογονήσετε, αναζωογονηθείτε, rejuvenate
Μεταφράσεις: υφή, αισθάνομαι, νιώθω, ανανεωθείτε, αναζωογονήσουν, αναζωογονήσετε, αναζωογονηθείτε, rejuvenate