Odnajdować στα ελληνικά
Μετάφραση: odnajdować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βρίσκω, εύρημα, ανεύρεση, ανακαλύπτουν εκ νέου, ανακαλύπτουν ξανά, ανακαλύπτουν ξανά την, εκ νέου ανακάλυψη, την εκ νέου ανακάλυψη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aerodynamiczny στα ελληνικά - αεροδυναμικός, αεροδυναμική, αεροδυναμικές, αεροδυναμικής, αεροδυναμικό
- besztanie στα ελληνικά - επίπληξη, κατσάδα, την επίπληξη, επίπληξη του, μάλλωμα
- czaszka στα ελληνικά - καύκαλο, κρανίο, κρανίου, του κρανίου, το κρανίο
- intencja στα ελληνικά - προαίρεση, σκοπός, πρόθεση, πρόθεσή, την πρόθεσή, την πρόθεση, σκοπό
Τυχαίες λέξεις
Odnajdować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βρίσκω, εύρημα, ανεύρεση, ανακαλύπτουν εκ νέου, ανακαλύπτουν ξανά, ανακαλύπτουν ξανά την, εκ νέου ανακάλυψη, την εκ νέου ανακάλυψη
Μεταφράσεις: βρίσκω, εύρημα, ανεύρεση, ανακαλύπτουν εκ νέου, ανακαλύπτουν ξανά, ανακαλύπτουν ξανά την, εκ νέου ανακάλυψη, την εκ νέου ανακάλυψη