Odpływać στα ελληνικά
Μετάφραση: odpływać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυλώ, στάζω, ίζημα, παύση, λάσπη, υποχωρώ, άμπωτη, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- błąkać στα ελληνικά - περιφέρομαι, τριγυρίζω, περιπλανιέμαι, αδέσποτος, περιπλανηθείτε, περιπλανηθεί, να περιπλανηθεί, ...
- czule στα ελληνικά - στοργικά, fondly, τρυφερά, νοσταλγία, με νοσταλγία
- desygnować στα ελληνικά - προτείνω, διορίζω, ορίσει, ορίζουν, ορίζει, να ορίσει, ορίσουν
- grabie στα ελληνικά - γαύρος, τσουγκράνα, rake, γκανιότα, κτένι, γκανιότας
Τυχαίες λέξεις
Odpływać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυλώ, στάζω, ίζημα, παύση, λάσπη, υποχωρώ, άμπωτη, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε
Μεταφράσεις: κυλώ, στάζω, ίζημα, παύση, λάσπη, υποχωρώ, άμπωτη, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε