Odrobić στα ελληνικά

Μετάφραση: odrobić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεκουμπώνω, ασκηθείτε, ασκηθούν, να ασκηθούν, λειτουργήσει, επεξεργαστεί
Odrobić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezstronny στα ελληνικά - αμερόληπτος, ουδέτερος, δίκαιος, αντικειμενικός, ειλικρινής, νεκρό, αμερόληπτη, ...
  • cesja στα ελληνικά - μεταγράφω, δουλειά, μετάθεση, μεταβίβαση, μετατάσσω, αποστολή, ανάθεση, ...
  • dopełnij στα ελληνικά - συμπλήρωμα, γεμίζω με, γεμίσει με, γεμίζουν με, γεμίστε το με, γεμίσετε με
  • gulgotać στα ελληνικά - καταβροχθίζω, καταβροχθίσουν, καταβροχθίζουν, καταβροχθίσει, καταπίνουν
Τυχαίες λέξεις
Odrobić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεκουμπώνω, ασκηθείτε, ασκηθούν, να ασκηθούν, λειτουργήσει, επεξεργαστεί