Odskoczyć στα ελληνικά

Μετάφραση: odskoczyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γκελ, άλμα, μεταβείτε, πηδούν, πηδήξει, πηδήσει
Odskoczyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alkaloid στα ελληνικά - αλκαλοειδές, αλκαλοειδούς, αλκαλοειδών, αλκαλοειδή, αλκαλοειδές που
  • borykać στα ελληνικά - παλεύω, αντεπεξέρχομαι, αγώνας, αντιμετωπίζω, αντικρίζω, κύρος, αγωνίζομαι, ...
  • cybernetyk στα ελληνικά - κυβερνητική, κυβερνητικής, κ.ε. Η, cybernetics
  • horrendalny στα ελληνικά - απαίσιος, ασυνείδητος, παράλογη, ασυνείδητη, εξωφρενικό, ασυνείδητες
Τυχαίες λέξεις
Odskoczyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γκελ, άλμα, μεταβείτε, πηδούν, πηδήξει, πηδήσει