Odwzorować στα ελληνικά
Μετάφραση: odwzorować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαρτογραφώ, χάρτης, μιμηθούν, μιμούνται, μιμηθεί, μιμείται, απομίμηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akr στα ελληνικά - στρέμμα, στρεμμάτων, εκτάριο, acre, στρέμματος
- baloniarstwo στα ελληνικά - αερόστατο, με αερόστατο, ballooning, Πτήση με αερόστατο, φούσκωμα
- biolog στα ελληνικά - βιολογικός, βιολόγος, βιολόγο, βιολόγου, ο βιολόγος, βιολόγους
- domyślność στα ελληνικά - διείσδυση, διείσδυσης, τη διείσδυση, η διείσδυση, της διείσδυσης
Τυχαίες λέξεις
Odwzorować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαρτογραφώ, χάρτης, μιμηθούν, μιμούνται, μιμηθεί, μιμείται, απομίμηση
Μεταφράσεις: χαρτογραφώ, χάρτης, μιμηθούν, μιμούνται, μιμηθεί, μιμείται, απομίμηση