Ogół στα ελληνικά

Μετάφραση: ogół, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όλος, όλες, όλα, σύναξη, συναρμολόγηση, ολόκληρο, ολόκληρος, όλο, σύνολό, ολόκληρο το
Ogół στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • astygmatyzm στα ελληνικά - αστιγματισμός, αστιγματισμού, αστιγματισμό, τον αστιγματισμό, του αστιγματισμού
  • cząstkowy στα ελληνικά - μερικός, αποσπασματικός, αποσπασματική, τμηματική, αποσπασματικά, αποσπασματικές
  • diagonalny στα ελληνικά - διαγώνιος, διαγώνια, διαγώνιο, διαγωνίου, διαγώνιες
  • fok στα ελληνικά - φώκια, βούλα, foresail, πανί της πλώρης
Τυχαίες λέξεις
Ogół στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όλος, όλες, όλα, σύναξη, συναρμολόγηση, ολόκληρο, ολόκληρος, όλο, σύνολό, ολόκληρο το