Omiatać στα ελληνικά
Μετάφραση: omiatać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καμπύλη, σαρώνω, σκουπίζω, σκούπισμα, σάρωσης, σάρωση, σαρώσεως, sweep
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- busola στα ελληνικά - πυξίδα, πυξίδας, της πυξίδας, την πυξίδα, πυξίδων
- czop στα ελληνικά - πρίζα, βύσμα, καρφίτσα, πείρο, pin, πείρου, πείρος
- farbiarnia στα ελληνικά - βαφεια, βαφεία
- gwara στα ελληνικά - καθομιλούμενος, διάλεκτος, διάλεκτο, διαλέκτου, ιδίωμα, τη διάλεκτο
Τυχαίες λέξεις
Omiatać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καμπύλη, σαρώνω, σκουπίζω, σκούπισμα, σάρωσης, σάρωση, σαρώσεως, sweep
Μεταφράσεις: καμπύλη, σαρώνω, σκουπίζω, σκούπισμα, σάρωσης, σάρωση, σαρώσεως, sweep