Opór στα ελληνικά
Μετάφραση: opór, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σέρνω, αντιπολίτευση, αντίθεση, αντίσταση, ώμος, αντοχή, σπάλα, απροθυμία, αντίστασης, αντοχής, ανθεκτικότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- deszczowiec στα ελληνικά - αδιάβροχο, αδιάβροχό
- ekshumacja στα ελληνικά - ανιδιοτέλεια, εκταφή, εκταφής, την εκταφή, εκταφές, εκταφών
- geocentryczny στα ελληνικά - γεωκεντρικός, γεωκεντρικό, γεωκεντρικής, γεωκεντρική, γεωκεντρικού
- gibon στα ελληνικά - γίββων, γίββωνα, gibbon, γίββονος, από γίββωνα
Τυχαίες λέξεις
Opór στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σέρνω, αντιπολίτευση, αντίθεση, αντίσταση, ώμος, αντοχή, σπάλα, απροθυμία, αντίστασης, αντοχής, ανθεκτικότητα
Μεταφράσεις: σέρνω, αντιπολίτευση, αντίθεση, αντίσταση, ώμος, αντοχή, σπάλα, απροθυμία, αντίστασης, αντοχής, ανθεκτικότητα