Opatrywanie στα ελληνικά
Μετάφραση: opatrywanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δέσιμο, σάλτσα, ντύσιμο, επιδέσμου, dressing, επίδεσμος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- geologia στα ελληνικά - γεωλογία, Γεωλογίας, τη γεωλογία, Γεωλογικών, η γεωλογία
- gnębiciel στα ελληνικά - καταπιεστής, καταπιεστή, δυνάστη, καταπιεστών, δυνάστης
- gracz στα ελληνικά - παίχτης, παίκτη, παίκτης, player, αναπαραγωγής
- iłołupek στα ελληνικά - σχιστόλιθος, σχιστόλιθου, σχιστόλιθο, σχιστολιθικού, σχιστολίθων
Τυχαίες λέξεις
Opatrywanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δέσιμο, σάλτσα, ντύσιμο, επιδέσμου, dressing, επίδεσμος
Μεταφράσεις: δέσιμο, σάλτσα, ντύσιμο, επιδέσμου, dressing, επίδεσμος