Opracowanie στα ελληνικά

Μετάφραση: opracowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξέλιξη, μελέτη, γραφείο, σπουδάζω, σπουδές, μεταχείριση, ανάπτυξη, επεξεργασία, εκπόνηση, κατάρτιση, επεξεργασίας, εκπόνησης
Opracowanie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • doktryna στα ελληνικά - δόγμα, δόγματος, θεωρία, διδασκαλία, το δόγμα
  • dowód στα ελληνικά - δίσκος, μαρτυρία, επιχείρημα, έκκληση, λογομαχία, στοιχεία, ρεκόρ, ...
  • fonetyczny στα ελληνικά - φωνητικός, φωνητική, φωνητικό, φωνητικής, φωνητικές, φωνητικών
  • induktor στα ελληνικά - πηνίο, κουλούρα, επαγωγέας, επαγωγέα, πηνίου, επαγωγικό
Τυχαίες λέξεις
Opracowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξέλιξη, μελέτη, γραφείο, σπουδάζω, σπουδές, μεταχείριση, ανάπτυξη, επεξεργασία, εκπόνηση, κατάρτιση, επεξεργασίας, εκπόνησης