Osadzać στα ελληνικά

Μετάφραση: osadzać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαπράττω, επισπεύδω, περιζώνω, κανονίζω, αυξάνομαι, εγκαθίσταμαι, κάνω, μπήγω, δεσμεύω, ενσωματώνω, ανεβαίνω, όρος, βουνό, Ενσωματώστε, embed, ενσωματώσετε, Ενσωματώστε το, να ενσωματώσετε
Osadzać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • budzik στα ελληνικά - ξυπνητήρι, αφύπνιση, ξυπνητηριού, το ξυπνητήρι, ηχητικής ειδοποίησης
  • czeluść στα ελληνικά - σαγόνι, λαγκάδι, χάσμα, φαράγγι, κόλπος, άβυσσος, άβυσσο, ...
  • dogmatyzm στα ελληνικά - δογματισμός, δογματισμό, δογματισμού, το δογματισμό, δογματισμούς
  • eskapizm στα ελληνικά - φυγής, απόδρασης, τάση φυγής, escapism, της φυγής
Τυχαίες λέξεις
Osadzać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαπράττω, επισπεύδω, περιζώνω, κανονίζω, αυξάνομαι, εγκαθίσταμαι, κάνω, μπήγω, δεσμεύω, ενσωματώνω, ανεβαίνω, όρος, βουνό, Ενσωματώστε, embed, ενσωματώσετε, Ενσωματώστε το, να ενσωματώσετε