Otrzymywać στα ελληνικά
Μετάφραση: otrzymywać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προμηθεύομαι, λαμβάνω, αποκτώ, παραλαμβάνω, παίρνω, προκρίνομαι, λαμβάνουν, λάβετε, λαμβάνετε, λάβει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- architekt στα ελληνικά - αρχιτέκτων, αρχιτέκτονα, αρχιτέκτονας, του αρχιτέκτονα, τον αρχιτέκτονα
- ckliwość στα ελληνικά - λίπος, slush, λάσπη χιονιού, μισολειωμένο, μισολειωμένο προϊόν
- dżoker στα ελληνικά - τζόκερ, Joker, πλακατζής, το Joker
- galantyna στα ελληνικά - παγωμένο βραστό κρέας, κρεμαλα
Τυχαίες λέξεις
Otrzymywać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προμηθεύομαι, λαμβάνω, αποκτώ, παραλαμβάνω, παίρνω, προκρίνομαι, λαμβάνουν, λάβετε, λαμβάνετε, λάβει
Μεταφράσεις: προμηθεύομαι, λαμβάνω, αποκτώ, παραλαμβάνω, παίρνω, προκρίνομαι, λαμβάνουν, λάβετε, λαμβάνετε, λάβει