Oziębiać στα ελληνικά
Μετάφραση: oziębiać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταψύχω, ανατριχίλα, παγερός, δροσερός, ρίγος, καταψύξτε, στο ψυγείο, βάζετε στο ψυγείο, καταψύχει, ψύχετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- braki στα ελληνικά - ελλείψεις, ανεπάρκειες, ελλείψεων, ελαττώματα, αδυναμίες
- buda στα ελληνικά - πυγμαχώ, παράγκα, κουτί, αποβάλλω, υπόστεγο, ακατάστατος, κάσα, ...
- czempion στα ελληνικά - πρωταθλητής, υπερασπιστής, πρωτοπόρος, Champion, πρωτοπόρο, Πρωταθλητή
- etatowy στα ελληνικά - μόνιμος, διαρκής, μόνιμη, μόνιμης, μόνιμο
Τυχαίες λέξεις
Oziębiać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταψύχω, ανατριχίλα, παγερός, δροσερός, ρίγος, καταψύξτε, στο ψυγείο, βάζετε στο ψυγείο, καταψύχει, ψύχετε
Μεταφράσεις: καταψύχω, ανατριχίλα, παγερός, δροσερός, ρίγος, καταψύξτε, στο ψυγείο, βάζετε στο ψυγείο, καταψύχει, ψύχετε