Λέξη: θετικός

Σχετικές λέξεις: θετικός

θετικός συνώνυμα, θετικός κατάλογος συνταγογραφούμενων φαρμάκων 2014, θετικόσ αριθμόσ, θετικός ισολογισμός, θετικός-συγκριτικός-υπερθετικός βαθμός, θετικός ετυμολογία, θετικός ρόλος των μμε, θετικός κατάλογος, θετικός τρόπος σκέψης, θετικός οραματισμός

Συνώνυμα: θετικός

ρητός, κατηγορηματικός

Μεταφράσεις: θετικός

θετικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
assertive, positive, a positive, the positive

θετικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
afirmativo, categórico, positivo, asertivo, positiva, positivos, positivas

θετικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
positiv, ausdrücklich, elektropositiv, positive, positiven, positiver, positives

θετικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
constant, électropositif, positif, décidé, décisif, certain, résolu, ferme, inébranlable, péremptoire, déterminé, assuré, autoritaire, affirmatif, formel, expressément, positifs, positives, favorable

θετικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
positivo, positiva, positive, positivi, positivamente

θετικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lugar, real, positivo, certo, posição, positiva, positivos, positivas

θετικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
constructief, stellig, positief, positieve, een positieve, de positieve

θετικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
надежный, положительный, напористый, самонадеянный, бесспорный, уверенный, утвердительный, точный, определенный, позитивный, верный, самоуверенный, позитив, достоверный, догматический, прямой, положительным, положительное, положительная, положительной

θετικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
positiv, positive, positivt

θετικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
positiv, positivt, positiva, en positiv

θετικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
eittämätön, edullinen, myönteinen, kiistaton, positiivinen, myönteisiä, myönteistä, positiivisia

θετικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
egentlig, positiv, positive, positivt, en positiv

θετικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
jistý, skálopevný, kladný, průbojný, určitý, pozitivní, rozhodný, praktický, energický, pozitiv, souhlasící, kladné, pozitivním, kladná

θετικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
korzystny, pozytywny, pewny, pozytywowy, optymistyczny, dodatni, rzeczowy, twierdzący, apodyktyczny, stanowczy, asertywny, pozytyw, pozytywne, dodatnie

θετικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tényleges, pozitív, bizonygató, valós, öntudatos, kedvező, a pozitív, pozitívan

θετικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
olumlu, pozitif, olumlu bir, pozitif bir, artı

θετικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ствердний, догматичний, позиції, позитивний, позитивну, позитивна, позитивного

θετικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pozitiv, pozitive, pozitivë, pozitiv i

θετικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
положителен, позитивен, положително, положителна, положителни

θετικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
станоўчы, дадатны

θετικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
algvõrre, positiiv, elujaatav, positiivne, positiivse, positiivset, positiivseid, positiivsed

θετικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
izričan, uporan, deklarativan, određen, pozitiv, stvaran, pozitivan, pozitivna, pozitivno, pozitivni, pozitivnih

θετικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
jákvæð, jákvætt, jákvæður, jákvæðar, jákvæða

θετικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
teigiamas, pozityvus, teigiama, teigiami, teigiamą, teigiamai

θετικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pozitīvs, konstruktīvs, pozitīva, pozitīvi, pozitīvu, pozitīvas

θετικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
позитивен, позитивни, позитивна, позитивните, позитивно

θετικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pozitiv, pozitivă, pozitive, pozitiva

θετικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pozitivní, pozitiven, pozitivna, pozitivno, pozitivni, pozitivne

θετικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
energický, rozhodný, kladný, pozitívne, pozitívny, pozitívna, pozitívnu, pozitívnej
Τυχαίες λέξεις