Parskać στα ελληνικά
Μετάφραση: parskać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φρουμάζω, φύσημα, φυσώ, ρουθουνίζω, ρωθώνισμα, ξεφυσώ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bronić στα ελληνικά - αγορεύω, αποταμιεύω, αμύνομαι, δικαιώνω, κατοχυρώνω, θάλαμος, υπερασπίζομαι, ...
- ciało στα ελληνικά - σώμα, δήμος, σάρκα, συμβούλιο, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, ...
- eksponent στα ελληνικά - ευρετήριο, εκθέτης, εκθέτη, εκθετών, εκθέτες, του εκθέτη
- elastyczność στα ελληνικά - ελαστικότητα, ανάκαμψη, ευλυγισία, ευκαμψία, ευελιξία, ευελιξίας, την ευελιξία
Τυχαίες λέξεις
Parskać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φρουμάζω, φύσημα, φυσώ, ρουθουνίζω, ρωθώνισμα, ξεφυσώ
Μεταφράσεις: φρουμάζω, φύσημα, φυσώ, ρουθουνίζω, ρωθώνισμα, ξεφυσώ