Piorunować στα ελληνικά
Μετάφραση: piorunować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οργή, φουντώνω, λυσσομανώ, τρικυμία, μανία, ψέγω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ciec στα ελληνικά - διαρροή, διαρρέω, σταγόνα, στάγδην, στάλαξης, ενστάλαξη, στάζει
- fizyk στα ελληνικά - φυσική, φυσικός, φυσικό, φυσικού, ο φυσικός
- fotos στα ελληνικά - γαλήνιος, ακίνητος, ήρεμος, Φωτογραφίες, Φώτος, Φώτου, φωτογραφίες που
- ironia στα ελληνικά - ειρωνεία, ειρωνείας, ειρωνία, την ειρωνεία, η ειρωνεία
Τυχαίες λέξεις
Piorunować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οργή, φουντώνω, λυσσομανώ, τρικυμία, μανία, ψέγω
Μεταφράσεις: οργή, φουντώνω, λυσσομανώ, τρικυμία, μανία, ψέγω