Plądrowanie στα ελληνικά
Μετάφραση: plądrowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απολύω, λεηλασία, λεηλασίας, λάφυρα, αρπαγή, λεηλατήσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- brat στα ελληνικά - αδερφός, αδελφός, αδελφό, τον αδελφό, ο αδελφός
- desant στα ελληνικά - επιβίβαση, πλατύσκαλο, καταγωγή, προσγείωση, προσθαλάσσωση, αποβίβαση, την αποβίβαση
- dymek στα ελληνικά - πάνα, καυσαέριο, αερόστατο, μπαλόνι, καπνός, ομίχλη, καταχνιά, ...
- fuzja στα ελληνικά - τουφέκι, σύντηξη, καραμπίνα, ένωση, συγχώνευση, συγκέντρωση, συγχώνευσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Plądrowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απολύω, λεηλασία, λεηλασίας, λάφυρα, αρπαγή, λεηλατήσουν
Μεταφράσεις: απολύω, λεηλασία, λεηλασίας, λάφυρα, αρπαγή, λεηλατήσουν