Plenić στα ελληνικά

Μετάφραση: plenić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπαράγω, γεννοβολώ, ράτσα
Plenić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apel στα ελληνικά - συγκεντρώνομαι, τηλεφωνώ, συγκεντρώνω, κλήση, έφεση, τραβώ, έκκληση, ...
  • ekstremalnie στα ελληνικά - εξαιρετικά, πολύ, ιδιαίτερα, άκρως, υπερβολικά
  • fałszerski στα ελληνικά - πλαστογραφία, κάλπικος, πλαστός, Το, Η, ο, την, ...
  • inwentaryzator στα ελληνικά - ταξινομών, καταλέγων, καταλογογράφο
Τυχαίες λέξεις
Plenić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπαράγω, γεννοβολώ, ράτσα