Αναπαράγω στα πολωνικά
Μετάφραση: αναπαράγω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rodzić, rasa, rozmnażać, plenić, hodować, reprodukować, odtwarzać, rozmnażać się, kopiować
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναπαράγω
αναπαράγω κλίση, αναπαράγω συνώνυμο, αναπαράγω ή αναπαραγάγω, αναπαράγω συνώνυμα, αναπαράγω αόριστος, αναπαράγω λεξικό γλώσσας πολωνικά, αναπαράγω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- αναπαλαίωση στα πολωνικά - odnowa, przywracanie, restauracja, odrestaurowanie, przywrócenie, odbudowa, odtworzenie, ...
- αναπαράγομαι στα πολωνικά - odtwarzać, odtworzyć, rozmnażać, rozmnożyć, Odtwarza, Dramaty, Plays, ...
- αναπαραγωγή στα πολωνικά - chów, wychowanie, hodowla, rozpłód, multiplikacja, hodowanie, kojarzenie, ...
- αναπαριστώ στα πολωνικά - rozerwać, odtwarzać, bawić, rozrywać, odtworzyć, powtarzać ponownie, przywracać moc, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναπαράγω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: rodzić, rasa, rozmnażać, plenić, hodować, reprodukować, odtwarzać, rozmnażać się, kopiować
Μεταφράσεις: rodzić, rasa, rozmnażać, plenić, hodować, reprodukować, odtwarzać, rozmnażać się, kopiować