Pogrubić στα ελληνικά
Μετάφραση: pogrubić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πήζω, δένω, πυκνώνω, πυκνώσει, πήξει, πυκνώνουν, πύκνωση, πήζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aseptycznie στα ελληνικά - άσηπτες συνθήκες, υπό άσηπτες συνθήκες, ασηπτικά, ασηπτικώς, άσηπτα
- blef στα ελληνικά - ευθύς, μπλόφα, ντόμπρος, Bluff, του Bluff, μπλόφας, το Bluff
- ciskacz στα ελληνικά - σύρων, Hauler, γερανού, τραβών, οχήματος μεταφοράς βαρέως τύπου
- czosnek στα ελληνικά - σκόρδο, το σκόρδο, σκόρδου, σκόρδα, τα σκόρδα
Τυχαίες λέξεις
Pogrubić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πήζω, δένω, πυκνώνω, πυκνώσει, πήξει, πυκνώνουν, πύκνωση, πήζει
Μεταφράσεις: πήζω, δένω, πυκνώνω, πυκνώσει, πήξει, πυκνώνουν, πύκνωση, πήζει