Λέξη: γενικότητα

Συνώνυμα: γενικότητα

καθολικότητα, γενικότης

Μεταφράσεις: γενικότητα

γενικότητα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
generalisation, generality, universality, generality of, general nature, the generality

γενικότητα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
generalidad, la generalidad, carácter general, generalización

γενικότητα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verallgemeinerung, Allgemeinheit, Allgemein, Allgemeingültigkeit, der Allgemeinheit

γενικότητα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
généralité, générale, portée générale, caractère général, la généralité

γενικότητα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
generalità, genericità, carattere generale, la generalità, generalizzazione

γενικότητα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
generalidade, generalização, a generalidade, de generalidade

γενικότητα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
algemeenheid, algemene karakter, algemene strekking

γενικότητα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
всеобщность, общность, общности, общностью, обобщенность

γενικότητα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
generalitet, generelle, allmenn, allmenngyldig, generaliteten

γενικότητα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
genera, allmän, generella, generalitet, allmängiltigheten

γενικότητα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
yleistys, yleisyys, yleisyyttä, yleispätevyyttä, yleisluonteisuus, yleisyyden

γενικότητα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
almenhed, generalitet, generelle, generelle anvendelse, hovedreglen

γενικότητα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
generalizace, všeobecnost, obecnost, obecnosti, obecností, jsou všeobecné

γενικότητα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
uogólnienie, ogólność, powszechność, uniwersalność, ogólności, ogólnikowość

γενικότητα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
általánosság, az általánosság, általánosságának, általánossága, általánosságát

γενικότητα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
genellik, genelliğini, generality, genelliği, bir genellemedir

γενικότητα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
загальність, всезагальність, всеобщность

γενικότητα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
parim i përgjithshëm

γενικότητα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
всеобщност, общоприложимост, общ характер, общоприложимостта, НЕОПРЕДЕЛЕНОСТТА

γενικότητα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
усеагульнасць, ўсеагульнасць, паўсюднасць, ўсеагульнасьць

γενικότητα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
üldistus, üldistamine, üldsõnalisus, üldkehtivust, üldisuse, üldisust, üldtähendust

γενικότητα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
općenitost, općenitosti, uopćenost, se općenitost

γενικότητα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
almenn, almenntu, almenn atriði, almenn a, almenn a &

γενικότητα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
bendrumas, visuotinumu, Universalumas, bendrybė, Apibendrinti

γενικότητα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
vispārinājums, vispārība, vispārīgumu, vispārīgums

γενικότητα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
општост, севкупност, општоста, генералност, воопштеноста

γενικότητα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
generalitate, generalitatea, de generalitate, generalității

γενικότητα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
splošnost, splošnosti, Uopćenost, Općenitost, generalnost

γενικότητα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
všeobecnosť, univerzálnosť, univerzálnosti, univerzálnosť v, univerzálnemu
Τυχαίες λέξεις