Poniżyć στα ελληνικά
Μετάφραση: poniżyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξευτελίζω, ξεφτιλίζω, ταπεινώνω, ταπεινώσει, εξευτελίζουν, εξευτελίσει, ταπεινώσουν, ταπεινώνει
Μεταφράσεις
- barak στα ελληνικά - στρατώνας, στρατοπέδων, των στρατοπέδων, στρατώνα
- czołobitny στα ελληνικά - δουλοπρεπής, δουλοπρεπείς, δουλοπρεπή, obsequious
- dziegieć στα ελληνικά - πίσσα, κατράμι, ναύτης, πίσσας, σε πίσσα, tar, την πίσσα
- indukcja στα ελληνικά - εισαγωγή, επαγωγή, επαγωγής, πρόκληση, διέγερση, την επαγωγή
Τυχαίες λέξεις
Poniżyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξευτελίζω, ξεφτιλίζω, ταπεινώνω, ταπεινώσει, εξευτελίζουν, εξευτελίσει, ταπεινώσουν, ταπεινώνει
Μεταφράσεις: εξευτελίζω, ξεφτιλίζω, ταπεινώνω, ταπεινώσει, εξευτελίζουν, εξευτελίσει, ταπεινώσουν, ταπεινώνει