Portfel στα ελληνικά
Μετάφραση: portfel, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαρτοφυλάκιο, πορτοφόλι, το πορτοφόλι, πορτοφολιού, χαρτοφυλακίου, πορτοφολιών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dioryt στα ελληνικά - διορίτης, διορίτη, διορίτες
- dzikość στα ελληνικά - αγριάδα, αγριότητα, αγριάδας, wildness, η αγριάδα
- imitacja στα ελληνικά - κλώνος, πιπίλα, απομίμηση, μίμηση, απομιμήσεις, απομίμησης, μίμησης
- izopren στα ελληνικά - ισοπρένιο, ισοπρενίου, το ισοπρένιο
Τυχαίες λέξεις
Portfel στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαρτοφυλάκιο, πορτοφόλι, το πορτοφόλι, πορτοφολιού, χαρτοφυλακίου, πορτοφολιών
Μεταφράσεις: χαρτοφυλάκιο, πορτοφόλι, το πορτοφόλι, πορτοφολιού, χαρτοφυλακίου, πορτοφολιών