Poseł στα ελληνικά
Μετάφραση: poseł, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέλος, υπουργός, ιεραπόστολος, ιερέας, πρεσβευτής, στέλεχος, πρέσβης, αναπληρωτής, αναπληρωτή, ο αναπληρωτής, αντιπρόεδρος, αναπληρωτών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aplikant στα ελληνικά - δόκιμος, αιτών, εκπαιδευόμενος, τσιράκι, μαθητευόμενος, μαθητευόμενο, μαθητευόμενου, ...
- aseptycznie στα ελληνικά - άσηπτες συνθήκες, υπό άσηπτες συνθήκες, ασηπτικά, ασηπτικώς, άσηπτα
- astrofotografia στα ελληνικά - αστροφωτογράφηση, Αστικές Αστροφωτογραφίες, Αστροφωτογραφίες, αστροφωτογράφιση, αστροφωτογραφία
- ceduła στα ελληνικά - παράθεση, χωρίο, προσφορά, απόσπασμα, εισαγωγικά, εισαγωγικών, προσφοράς
Τυχαίες λέξεις
Poseł στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέλος, υπουργός, ιεραπόστολος, ιερέας, πρεσβευτής, στέλεχος, πρέσβης, αναπληρωτής, αναπληρωτή, ο αναπληρωτής, αντιπρόεδρος, αναπληρωτών
Μεταφράσεις: μέλος, υπουργός, ιεραπόστολος, ιερέας, πρεσβευτής, στέλεχος, πρέσβης, αναπληρωτής, αναπληρωτή, ο αναπληρωτής, αντιπρόεδρος, αναπληρωτών