Μέλος στα πολωνικά
Μετάφραση: μέλος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
człon, członek, składnik, poseł, kończyna, gałąź, konar, członkiem, Państwa, Użytkownik
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέλος
μέλος δεπ, μέλος τεε, μέλος φάντασμα, μέλος εφορευτικής επιτροπής εκλογών 2014, μέλοσ τησ χρυσήσ αυγήσ, μέλος λεξικό γλώσσας πολωνικά, μέλος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- μέθοδος στα πολωνικά - zbliżenie, zbliżać, metoda, zwracać, dojechać, dostęp, nadejście, ...
- μέλι στα πολωνικά - miodek, złotko, kochanie, miód, miodu, honey, miodem
- μέμφομαι στα πολωνικά - ganić, strofować, kląć, wypominać, skrytykować, lżyć, krytykować, ...
- μέμψη στα πολωνικά - krytyka, ganić, osąd, potępiać, zganienie, potępienie, nagana, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέλος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: człon, członek, składnik, poseł, kończyna, gałąź, konar, członkiem, Państwa, Użytkownik
Μεταφράσεις: człon, członek, składnik, poseł, kończyna, gałąź, konar, członkiem, Państwa, Użytkownik