Powinszować στα ελληνικά
Μετάφραση: powinszować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγχαίρω, συγχαρώ, συγχαρούμε, συγχαρώ τον, συγχαρώ την
![Powinszować στα ελληνικά Powinszować στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-pl-gr-23403.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chrapać στα ελληνικά - ροχαλίζω, ραγχαλίζω, ροχαλητό, ροχαλητού, ροχαλίζουν
- determinizm στα ελληνικά - αιτιοκρατία, ντετερμινισμού, ντετερμινισμό, ντετερμινισμός, αιτιοκρατίας
- dylatometr στα ελληνικά - διλατόμετρο, dilatometer, διαστολόμετρο, διαστολόμετρου, μετρητή εκτάσεως
- harowanie στα ελληνικά - μοχθήσει, κοπιάσει, μοχθούσαν, κοπίασαν, toiled
Τυχαίες λέξεις
Powinszować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγχαίρω, συγχαρώ, συγχαρούμε, συγχαρώ τον, συγχαρώ την
Μεταφράσεις: συγχαίρω, συγχαρώ, συγχαρούμε, συγχαρώ τον, συγχαρώ την