Pozwalać στα ελληνικά

Μετάφραση: pozwalać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγκατανεύω, υποθέτω, άδεια, ενοικιάζομαι, αφήνω, επιτρέπω, ας, αφήστε, αφήσει, επιτρέψτε, αφήσουμε
Pozwalać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cekin στα ελληνικά - πούλια, σεκίνι, φλώρι, τσέκι, πούλιες
  • drobność στα ελληνικά - μικρό, μικρές, μικρή, μικρά, μικρών
  • elipsoida στα ελληνικά - ελλειψοειδές, ελλειψοειδούς, ελλειψοειδή, ελλειψοειδής, ελλειψοειδείς
  • gwiazdor στα ελληνικά - αστέρι, πρωταγωνιστής, αστέρων, Κατηγορία, αστέρων ξενοδοχείο
Τυχαίες λέξεις
Pozwalać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγκατανεύω, υποθέτω, άδεια, ενοικιάζομαι, αφήνω, επιτρέπω, ας, αφήστε, αφήσει, επιτρέψτε, αφήσουμε