Prawniczy στα ελληνικά
Μετάφραση: prawniczy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δικανικός, νόμιμος, νομικός, νομική, νομικό, νομικά, νομικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amortyzacja στα ελληνικά - εξαγορά, υποτίμηση, λύτρωση, απόσβεση, απόσβεσης, αποσβέσεις, αποσβέσεων, ...
- febra στα ελληνικά - πυρετός, θέρμη, πυρετό, πανώλης, πανώλης των, πανώλη
- glejt στα ελληνικά - ασφαλή, ασφαλούς, χρηματοκιβώτιο
Τυχαίες λέξεις
Prawniczy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δικανικός, νόμιμος, νομικός, νομική, νομικό, νομικά, νομικές
Μεταφράσεις: δικανικός, νόμιμος, νομικός, νομική, νομικό, νομικά, νομικές