Prawowierny στα ελληνικά

Μετάφραση: prawowierny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορθόδοξος, ορθόδοξη, ορθόδοξο, ορθόδοξες, ορθόδοξης
Prawowierny στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bieda στα ελληνικά - δυστυχία, θέλω, κακουχία, ένδεια, έλλειψη, φτώχεια, αναγκαιότητα, ...
  • ciepłokrwisty στα ελληνικά - θερμόαιμα, θερμόαιμων, θερμόαιμο, θερμόαιμου, τα θερμόαιμα
  • homoseksualny στα ελληνικά - εύθυμος, χαρούμενος, ομοφυλόφιλος, φαιδρός, ομοφυλόφιλων, ομοφυλοφιλική, ομοφυλοφιλικές, ...
Τυχαίες λέξεις
Prawowierny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορθόδοξος, ορθόδοξη, ορθόδοξο, ορθόδοξες, ορθόδοξης